Yπόθεση:
Ο ήχος του όπλου είναι μια εντύπωσις πυροβολισμού. Αυτό σημαίνει ότι το ενδιαφέρον εδώ δεν εστιάζεται ούτε στην εκπυρσοκρότηση, ούτε στον τραυματισμό. Θύτες και θύματα πολύ σοφά το αποψινό έργο να βρει δεν ζητάει. Επικεντρώνεται σε αυτήν καθέαυτήν την προοπτική μιας μοιραίας ήχησης, την απομονώνει και μας καλεί να αφουγκραστούμε τον εκκωφαντικό ήχο της σιωπής λίγο πριν αρχίσει ο πανικός και η υστερία που μπορεί να προκαλέσει ένα και μόνο πάτημα της σκανδάλης. Είναι πραγματικά ευτυχισμένη στιγμή όταν οι ποιητές οπλίζουν τόσο εύστοχα στην θαλάμη των στίχων λέξεις που μοιάζουνε σφαίρες. «Ένα περίστροφο/ που εκπυρσοκρότησε/μέσα σ΄ένα σύννεφο/ από καρδιές». Μετά το πρώτο ιστορικό πιά ανέβασμα στο Θεάτρο Τέχνης, το έργο της Λούλας Αναγνωστάκη, που έμελλε να αποτελέσει και την τελευταία σκηνοθεσία του Δάσκαλου Κάρολου Κουν, σημαδεύει την ελληνική πραγματικότητα ακόμα και σήμερα πιό ευθύβολα από ποτέ.
Με φόντο μιαν αναμέτρηση προεκλογική και όλα τα φέιβολάν σκορπισμένα, ενώ όλα υπαινίσσονται διακριτικά τη δεύτερη πιό σημαντική περίοδο στην πολιτική ζωή της χώρας μετά τη μεταπολίτευση, δηλαδή τα χρόνια μετά την πρώτη περίοδο της διακυβέρνησης του τόπου από το κόμμα της «Αλλαγής», η Αναγνωστάκη βάζει τους ήρωές της να ζουν πολιτικά αμέτοχοι -και γι΄αυτόν ακριβώς τον λόγο συμμέτοχοι- στον νευρωτικό μικρόκοσμό τους. Μια ολόκληρη κοινωνία δοκιμάζεται και πασχίζει να χωρέσει μέσα σε νέα σχήματα, την ίδια στιγμή που ψυχαναγκαστικά και στανικά προσπαθεί να στηρίξει μικροαστικά προσχήματα που αναβαθμίστηκαν σε μεγαλοαστικές ονειρώξεις. Κι ενώ η αγαπημένη και αγαπησιάρικη ελληνική και αγία οικογένεια δέχεται στο πλέγμα των σχέσεων που αναπτύσσει η Αναγνωστάκη στο έργο της τα πιο χαριστικά βέλη, οι ήρωες της καλούνται πέρα από τις εκλογές της πολιτικής να επιλέξουν και έναν νέο τρόπο και σύστημα ζωής που θα τους πάρει μακριά από το τωρινό αδιέξοδο τέλμα.